Το τηλεσκόπιο Eso είναι ένα τεράστιο τηλεσκόπιο που βρίσκεται στη Χιλή και αναζητά εικόνες από τους μακρινούς αστερισμούς. Η εικόνα είναι από τη Μέδουσα του Nebula γνωστή και ως Abell 21 ή Sharpless 2-274.
Ο όρος Nebula σημαίνει πλανητικό νεφέλωμα και ο μηχανισμός για τη διαμόρφωση των πλανητικών νεφελωμάτων πιστεύεται ότι είναι η εξής: στο τέλος της ζωής ενός αστεριού, κατά τη διάρκεια της φάσης του ερυθρού γίγαντα, τα εξωτερικά στρώματα του άστρου αποβάλλονται από ισχυρούς αστρικούς ανέμους . Τελικά, το μεγαλύτερο μέρος της ατμόσφαιρας του κόκκινου γίγαντα εκπέμπει υπεριώδη ακτινοβολία . Απορροφώντας υπεριώδες φως το κέλυφος του νεφελώδη φυσικού αερίου γύρω από το κεντρικό άστρο, εμφανίζεται ως ένα φωτεινό χρωματιστό πλανητικό νεφέλωμα σε διάφορα διακριτά ορατά μήκη κύματος.
Το Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο (ESO) αποτελεί ένα κορυφαίο διακρατικό μέσο αστρονομικής έρευνας.
Η ιδέα ενός κοινού Ευρωπαϊκού αστεροσκοπείου συζητήθηκε για πρώτη φορά το 1953 στο Leiden της Ολλανδίας. Στις 5 Οκτωβρίου του 1962 εκπρόσωποι πέντε Ευρωπαϊκών κρατών –του Βελγίου, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Σουηδίας– υπογράφουν τη σχετική Σύμβαση Ίδρυσης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Αστρονομικής Έρευνας του Νότιου Ημισφαιρίου, που έκτοτε θα μείνει γνωστό ως το Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο. Έναν περίπου χρόνο αργότερα, ο Otto Heckmann, τότε Γενικός Διευθυντής του ESO, συμφωνεί με την Κυβέρνηση της Χιλής να κατασκευαστεί εκεί το νέο αστεροσκοπείο. Η σχετική τοποθεσία επιλέγεται την άνοιξη του 1964: ένα όρος 2.400 m, περίπου 600 km βόρεια από το Σαντιάγκο της Χιλής, που εξαιτίας του χαρακτηριστικού του σχήματος ονομάστηκε La Silla – η καρέκλα. Προς τα τέλη Νοεμβρίου του 1966 ξεκινά τις παρατηρήσεις του το πρώτο τηλεσκόπιο του ESO, ενώ μέχρι τα επίσημα εγκαίνια του αστεροσκοπείου La Silla στις 25 Μαρτίου 1969 και με την είσοδο της Δανίας, τα μέλη του ESO αυξάνονται κατά ένα και εγκαθίστανται εκεί και άλλα τηλεσκόπια.
Τον Νοέμβριο του 1976 το νέο τηλεσκόπιο των 3,6 m πραγματοποιεί τις πρώτες παρατηρήσεις, ενώ πέντε χρόνια αργότερα εγκαινιάζονται τα νέα κεντρικά γραφεία του ESO στο Garching, κοντά στο Μόναχο. Το 1982 το ESO υποδέχεται δύο ακόμη κράτη-μέλη, την Ελβετία και την Ιταλία, ενώ ένα χρόνο αργότερα ξεκινά τη λειτουργία του το τηλεσκόπιο των 2,2 m MPG/ESO. Το 1989 εγκαθίσταται στο La Silla το Τηλεσκόπιο Νέας Τεχνολογίας (New Technology Telescope, NTT), το πρώτο τηλεσκόπιο στον κόσμο που διαθέτει κάτοπτρο ελεγχόμενο από ηλεκτρονικό υπολογιστή. Η νέα αυτή τεχνολογία, γνωστή ως ενεργή οπτική, αναπτύχθηκε από επιστήμονες του ESO και χρησιμοποιείται σήμερα στα περισσότερα από τα μεγάλα επίγεια τηλεσκόπια.
Ήδη, όμως, 2 χρόνια νωρίτερα, το Συμβούλιο του ESO είχε εγκρίνει την υλοποίηση ενός από τα μεγαλύτερα ως τότε ερευνητικά προγράμματα επίγειας αστρονομίας. Αυτό δεν ήταν άλλο απ’ την κατασκευή του Πολύ Μεγάλου Τηλεσκοπίου (Very Large Telescope, VLT) στο Cerro Paranal της ερήμου Atacama, που η Χιλιανή κυβέρνηση δώρισε στο ESO το 1988. Έτσι, λοιπόν, με το πέρας της δεκαετίας του ‘80 το ESO διαθέτει ήδη ένα πλήρως εξοπλισμένο και λειτουργικό αστεροσκοπείο στο La Silla και σχεδιάζει παράλληλα το νέο του αστεροσκοπείο, που στο εξής θα αποτελεί σημείο αναφοράς στον τομέα της επίγειας αστρονομίας. Μέχρι το 2000 εγκαθίστανται οι 4 τηλεσκοπικές μονάδες του VLT, καθεμία εξοπλισμένη με κάτοπτρο διαμέτρου 8,2 m, ενώ με το πέρας του 2007 ολοκληρώνεται και η εγκατάσταση τεσσάρων μικρότερων, που όλα μαζί μπορούν να λειτουργήσουν ως ένα τεράστιο συμβολόμετρο με ισοδύναμη διάμετρο κατόπτρου της τάξης των 200 m. Το VLT, που ανιχνεύει το ορατό και υπέρυθρο φάσμα της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, θεωρείται σήμερα ως το πλέον παραγωγικό επίγειο τηλεσκόπιο του κόσμου.
Στις αρχές του 21ου αιώνα το ESO έχει πλέον καθιερωθεί ως ένας από τους κορυφαίους οργανισμούς αστρονομικής έρευνας στον κόσμο, κι αυτό είναι μόνο η αρχή. Τα τηλεσκόπια του Αστεροσκοπείου La Silla αναβαθμίζονται και εξοπλίζονται με νέα επιστημονικά όργανα, μεταξύ των οποίων και το HARPS, τον κορυφαίο στον κόσμο «κυνηγό» εξωπλανητών. Σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ραδιοαστρονομίας Max Planck και το Διαστημικό Αστεροσκοπείο Onsala, το ESO κατασκευάζει και θέτει σε λειτουργία το 2005 το τηλεσκόπιο APEX (Atacama Pathfinder Experiment) για την ανίχνευση και μελέτη της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, που βρίσκεται μεταξύ του υπέρυθρου φάσματος και των ραδιοκυμάτων. Εγκατεστημένο στο υψίπεδο Chajnantor σε υψόμετρο 5.000 m, το APEX είναι ο προπομπός ενός πολύ μεγαλύτερου ερευνητικού προγράμματος, του ALMA (Atacama Large Millimetre/submillimetre Array). Το ALMA θα αποτελείται από 66 κεραίες, οι οποίες θα λειτουργούν ως ένα γιγάντιο τηλεσκόπιο, ικανό να ανιχνεύει χιλιοστομετρικά και υποχιλιοστομετρικά μήκη κύματος, και παρόλο που η κατασκευή του δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, οι πρώτες αστρονομικές παρατηρήσεις έχουν ήδη ξεκινήσει.
Μέχρι το 2009, με την είσοδο της Πορτογαλίας, της Μεγάλης Βρετανίας, της Φινλανδίας, της Ισπανίας, της Τσεχίας και της Αυστρίας, τα κράτη-μέλη του ESO αυξάνουν σε 14, ενώ με την επικείμενη επικύρωση της ιδιότητάς της ως μέλους, η Βραζιλία θα αποτελέσει το 15ο κράτος-μέλος του ESO, αλλά και το πρώτο μη προερχόμενο από Ευρωπαϊκή χώρα. Παράλληλα, το 2009 εγκαθίσταται στο Paranal το νέο τηλεσκόπιο VISTA, το μεγαλύτερο τηλεσκόπιο επισκοπήσεων του κόσμου, σχεδιασμένο να ανιχνεύει την εγγύς υπέρυθρη ακτινοβολία, ενώ το 2011 ξεκινά τη λειτουργία του το VST, το μεγαλύτερο οπτικό τηλεσκόπιο επισκοπήσεων του κόσμου. Παρόλ’ αυτά, το ESO ήδη σχεδιάζει το μεγαλύτερο τηλεσκόπιο του κόσμου, το οποίο αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία στις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Με κάτοπτρο της τάξης των 40 m, το Εξαιρετικά Μεγάλο Τηλεσκόπιο της Ευρώπης (European Extremely Large Telescope, E-ELT), όπως είναι γνωστό, θα είναι «το μεγαλύτερο μάτι της ανθρωπότητας στον ουρανό».
Είναι αδύνατο να παρουσιαστούν, έστω και εν συντομία, οι μεγάλες επιστημονικές ανακαλύψεις που προέκυψαν με τη βοήθεια των τηλεσκοπίων του ESO. Αξίζει να θυμηθούμε μία απ’ τις κορυφαίες της τελευταίας εικοσαετίας, που δεν είναι άλλη από την επιταχυνόμενη διαστολή του σύμπαντος. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν το 1998 δύο ανεξάρτητες ερευνητικές ομάδες, μελετώντας –και με τη βοήθεια τηλεσκοπίων του La Silla– τις αποστάσεις συγκεκριμένων υπερκαινοφανών άστρων. Για την ανακάλυψή τους αυτή οι δύο ομάδες τιμήθηκαν με το Νόμπελ Φυσικής 2011.
Συνεχώς στην αιχμή των τεχνολογικών εξελίξεων, το ESO είναι πανέτοιμο να αντιμετωπίσει νέες και άγνωστες ακόμη περιοχές της επιστημονικής διερεύνησης.
Πηγή: Ίδρυμα Ευγενίδου
περισσότερα: http://www.eso.org/public/about-eso/